O μαστικός καρκίνος αποτελεί πολυπαραγοντική νόσο με τους περιβαλλοντικούς παράγοντες να συμβάλλουν σημαντικά στην έναρξη και εξέλιξη της νόσου.Το παγκόσμιο Ταμείο Έρευνας για τον Καρκίνο καθώς και το Αμερικάνικο Ινστιτούτο Έρευνας για τον Καρκίνο τονίζουν πως 50% των περιπτώσεων του καρκίνου του μαστού θα μπορούσαν να προληφθούν μέσω συγκεκριμένων διατροφικών τροποποιήσεων και πως μόνο το 4 έως 9% των περιπτώσεων οφείλονται σε κληρονομούμενες γενετικές μεταλλάξεις.
Μετά τη διαγνωση του καρκίνου του μαστού ένα μεγάλο ποσοστό γυναικών επαναξιολογούν τις διατροφικές τους επιλογές ως μέρος του γενικότερου τρόπου ζωής τους.Η πρόσληψη θρεπτικών συστατικών μέσω των τροφίμων βοηθάει στην ενίσχυση του ανοσοποιητικού συστήματος, στην διατήρηση της ενεργειακών επιπέδων της γυναίκας, καθώς και στην καλύτερη ανταπόκρισή του οργανισμού της στη θεραπεία που έχει προγραμματίσει ο γιατρός.
Η διατροφική παρέμβαση πρέπει να είναι όσο το δυνατό πιο στοχευμένη στις πραγματικές ανάγκες της γυναίκας.Γι’αυτό το λόγο, αξιολογούνται από τον κλινικό διαιτολόγο μία σειρά από παραμέτρους όπως η μείωση ή η απώλεια βάρους, το θεραπευτικό σχήμα που ακολουθείται (ακτινοθεραπεία, χημειοθεραπεία, ορμονοθεραπεία), η κατάσταση θρέψης του ατόμου καθώς και οι τιμές των εργαστηριακών εξετάσεων.
Η διατροφή μετά τη διάγνωση του μαστικού καρκίνου αρχικά στοχεύει να καλύψει τις πρωτεϊνικές ανάγκες της ασθενούς κυρίως κατά τη χημειοθεραπεία.Προτείνονται τροφές με πρωτεΐνη υψηλής βιολογικής αξίας όπως κοτόπουλο, γαλοπούλα, αυγό, ψάρι και ημιάπαχα γαλακτοκομικά προϊόντα(βιολογικά).Σε περίπτωση αποστροφής στα παραπάνω τρόφιμα θα πρέπει να δοκιμαστούν άλλοι συνδυασμοί για την κάλυψη των αναγκών π.χ. όσπρια με καστανό ρύζι.
Σε δεύτερο επίπεδο η διατροφή εστιάζει στην υποστηρικτική-ανακουφιστική φροντίδα των συμπτωμάτων που ενδεχομένως προκύψουν από την χημειοθεραπεία της ασθενούς και σχετίζονται με τη λήψη τροφής.Kατά το στάδιο της χημειοθεραπείας και κυρίως τις πρώτες ημέρες μπορεί να εμφανιστούν συμπτώματα ναυτίας ή/και εμέτου,μείωση ή και αύξησης της όρεξης, αποστροφή σε συγκεκριμένα τρόφιμα,κόπωση και ατονία,δυσκοιλιότητα, διαρροϊκά επεισόδια, πληγές στη στοματική κοιλότητα και ξηροστομία. Επίσης, πολλά χημειοθεραπευτικά φάρμακα επιδρούν στην αίσθηση της γεύσης και της όσφρησης περιορίζοντας σημαντικά την επιθυμία για πρόσληψη τροφής. Στη συνέχεια αναφέρονται ενδεικτικά βασικές αρχές αντιμετώπισης κάποιων παρενεργειών τροποποιώντας τη διατροφή ανάλογα την ανοχή και την επιθυμία του ατόμου.
Σε πολλές περιπτώσεις,η ναυτία και ο έμετος ως παρενέργειες της χημειοθεραπείας, αντιμετωπίζονται ικανοποιητικά με τη βοήθεια αντιεμετικών και κορτιζόνης χωρίς ιδιαίτερες τροποποιήσεις στο φαγητό. Ωστόσο, καλό θα ήταν σε αυτή τη φάση, κυρίως , να δίνεται η απαιτούμενη προσοχή στη λήψη ζάχαρης και αλατιού.Συστήνεται ένα ελαφρύ γεύμα πριν τη χημειοθεραπεία αποφεύγοντας λιπαρές τροφές , γλυκίσματα και χυμούς εμπορίου με ζάχαρη καθώς προκαλούν περαιτέρω πεπτικές διαταραχές. Τα μικρά και συχνά ελαφριά γεύματα όταν κατανέμονται μέσα στην ημέρα ελαχιστοποιούν την ένταση των συμπτωμάτων.
Στη φάση της μειωμένης όρεξης, η ασθενής δε χρειάζεται να πιεστεί να καταναλώσει όλα τα γεύματα.Ωστόσο, χρειάζεται παρακολούθηση του βάρους ειδικά στα ηλικωμένα άτομα.Εφόσον κριθεί απαραίτητο από τον γιατρό και τον διαιτολόγο, μπορεί να χορηγηθούν ειδικά πόσιμα συμπληρώματα για την κάλυψη των αναγκών της γυναίκας.
Ευεργετικά συστατικά και τρόφιμα για όλα τα στάδια της θεραπείας
Όπως έχει φανεί από μελέτες, η υψηλή πρόσληψη φυτικών ινών μπορεί να μειώσει τα επιπέδα ορμονών που ενδεχομένως εμπλέκονται στην εξέλιξη του μαστικού καρκίνου, τόσο σε προεμμηνοπαυσιακές όσο και σε μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες.Μία μετανάλυση που αφορούσε σε 10.848 περιπτώσεις γυναικών με καρκίνο μαστού επιβεβαίωσε την προστατευτική δράση των φυτικών ινών, καθώς η προσθήκη μόλις 10γρ. φυτικών ινών ημερησίως συσχετιζόταν με 7% μείωση του κινδύνου εμφάνισης της νόσου.Oι φυτικές ίνες αναστέλλουν την απορρόφηση των οιστρογόνων στο έντερο μειώνοντας έτσι τα επίπεδα τους στην κυκλοφορία του αίματος.Μελετώντας γυναίκες με πρωτοπαθή καρκίνο μαστού (με όγκους θετικούς ή αρνητικούς σε υποδοχείς οιστρογόνων),η λήψη φυτικών ινών επίσης μείωσε σημαντικά τον κίνδυνο.Οι ανάγκες σε φυτικές ίνες καλύπτονται μέσα από την επαρκή πρόσληψη φρούτων,λαχανικών, δημητριακών ολικής άλεσης, οσπρίων και ξηρών καρπών.
-Φρούτα και λαχανικά (βιολογικά) :Tουλάχιστον 5 μερίδες ημερησίως τρόφιμα πλούσια σε φυτοχημικά και αντιοξειδωτικά συστατικά όπως λάχανο, μπρόκολο,κουνουπίδι,λαχανάκια Βρυξελλών, σπαράγγια,παντζάρια,καρότα,ντομάτα,κρεμμύδι,σκόρδο,πράσο,πιπεριά και βιολογικά φρούτα όπως πορτοκάλι, ρόδι, μύρτιλλα, κράνα , βατόμουρα, κεράσια,φράουλες, κόκκινα σταφύλια.
-Δημητριακά ολικής άλεσης (βρώμη, καστανό ρύζι, ψωμί σίκαλης ολικής άλεσης ή γερμανικό ψωμί, κινόα,πληγούρι)σε καθημερινή βάση.
-Όσπρια:H κατανάλωσή τους τουλάχιστον 2 φορές όπως ορίζει η Μεσογειακή διατροφή.Eκτός των φυτικών ινών περιέχουν φολλικό οξύ,το οποίο δρα προστατευτικά καθώς επιδιορθώνει τις βλάβες στο DNA.
-Λιπαρά ψάρια μικρού μεγέθους όπως η σαρδέλα και ο γαύρος :2-3 φορές εβδομαδιαίως προσδίδουν στον οργανισμό τα απαραίτητα ω-3 λιπαρά οξέα (ΕPA, DHA).H υψηλότερη πρόσληψη ω-3 λ.ο. σχετίζεται με μείωση κινδύνου,συγκρητικά με τη χαμηλότερη πρόσληψη.Τα λιπαρά ψάρια εκτός των ω-3 λ.ο., προσφέρουν και την πολύτιμη βιταμίνη D,μία βιταμίνη εξαιρετικής σημασίας στον καρκίνο του μαστού.
-Έξτα παρθένο ελαιόλαδο & ελιές: Το ελαιόλαδο περιέχει κύριο συστατικό το ολεϊκό οξύ το οποίο ως μονοακόρεστο λίπος έχει είτε ουδέτερη είτε ήπια προστατευτική δράση στην ανάπτυξη καρκίνου του μαστού.Ωστόσο,η ελευρωπαΐνη και η υδροξυτυροσόλη(κύριες πολυφαινόλες)φαίνονται ικανές να προκαλούν κυτταροτοξικότητα στα καρκινικά κύτταρα.
-Πράσινο τσάι:To ρόφημα πράσινου τσαγιού θωρακίζει τον γυναικείο οργανισμό κατά του καρκίνου του μαστού λόγω της υψηλής περιεκτικότητάς του σε επιγαλλοκατεχίνη (EGCG).
Ενδυνάμει επιβαρυντικά τρόφιμα
Από την άλλη,ενδυνάμει επιβαρυντικά τρόφιμα που πρέπει να περιορίζονται ή και ν’αποφεύγονται συνοψίζονται ως εξής: Aλκοόλ, κόκκινο κρέας (κυρίως αλλαντικά, καπνιστά κρέατα),πλήρη γαλακτοκομικά, επεξεργασμένα δημητριακά (λευκό αλεύρι,άσπρο ρύζι), γλυκίσματα με μεγάλες ποσότητες επεξεργασμένης ζάχαρης, αρτοσκευάσματα (μπισκότα, κρουασάν, κέικ) καθώς και τηγανισμένες πατάτες τύπου fast food που περιέχουν κορεσμένο λίπος,τρανς λιπαρά οξέα (ή μερικώς υδρογονωμένα λιπαρά οξέα) και ακρυλαμίδιο σε υψηλό ποσοστό.
Όλα τα παραπάνω τρόφιμα λόγω της υψηλής περιεκτικότητάς τους σε ζάχαρη και λίπος μπορεί να οδηγήσουν στην αύξηση σωματικού βάρους που αποτελεί ανεξάρτητο παράγοντα κινδύνου για καρκίνο του μαστού,ειδικά μετά την εμμηνόπαυση.